a series of unfortunate lies


Μισώ τον τρόπο που μιλάς, τον τρόπο που γελάς, τον τρόπο που κοιτάς.
Μισώ τον τρόπο που οδηγείς το (και καλά) αυτοκίνητο σου, τον τρόπο που μαρσάρεις, τον τρόπο που κορνάρεις.
Μισώ τον τρόπο που χαζεύεις τηλεόραση, τον τρόπο που σιγοτραγουδάς, τον τρόπο που ανοίγεις ραδιόφωνο.
Μισώ τον τρόπο που παίζεις ποδοσφαιράκι, τον τρόπο που παίζεις σκάκι, τον τρόπο που παίζεις βόλεϊ.
Μισώ τα μαύρα σου αθλητικά παπούτσια, τα γυαλιά ηλίου σου, τις κακόγουστες φόρμες σου, τα ξεσκισμένα τζιν και τα μαύρα μπλουζάκια σου.
Μισώ τον τρόπο που διαβάζεις το μυαλό μου, τον τρόπο που κοιτάς το κινητό μου, τον τρόπο που με παρακολουθείς να κινούμαι.
Μισώ τις πολιτικές σου απόψεις, τους δυσοίωνους συνειρμούς σου, τα μικρά σου πιστεύω.
Μισώ τον τρόπο που σουτάρεις, τον τρόπο που μαρκάρεις, τον τρόπο που σε χειροκροτούν.
Μισώ τις στιγμές που λες ψέματα, τις στιγμές που λες την αλήθεια, τις στιγμές που απορείς.
Μισώ τις στιγμές που στρίβεις τσιγάρο, τις στιγμές που πίνεις Heineken, τις στιγμές που μεθάς.
Μισώ τις στιγμές όταν δεν είσαι τριγύρω, τις κλήσεις σου που δεν έχω, τα μηνύματα που ποτέ δεν μου έστειλες,
Μισώ τον τρόπο που σε ψάχνω σε κάθε αυτοκίνητο, τον τρόπο που καμία εξάτμιση δεν είναι δική σου, τον τρόπο που ποτέ δεν έρχεσαι (όταν σε θέλω).
Μισώ τον  τρόπο που κάνεις έρωτα, τον τρόπο που φιλάς, τον τρόπο που αγκαλιάζεις, τον τρόπο που τελειώνεις, τον τρόπο που αγαπάς.

Αλλά περισσότερο από όλα, μισώ τον τρόπο με τον οποίο δεν σε μισώ,
Ούτε λίγο,
Ούτε ελάχιστο,
Ούτε καθόλου.

χ ώρες και λίγο ακόμη.


"Πέρασε η ώρα, πέρασες κι εσύ..."


Τρεμοπαίζουν τα βλέφαρά μου κάτω από την φωλιά των δακρύων μου. 
Η πρωτομαγιά ζυγίζει μία και κάτι ώρες. 
Η νύχτα, παιδάκι που ξεγλιστρά στα πόδια του έρωτα μου. Τα αστέρια άναρχοι εραστές της. 
Σε αυτή την ερωτική σκηνή, κλέβει ξανά την μαγεία. 
Άλλαξα πρόσωπο. Έκοψα το εσύ του, προσπαθώ να κόψω αυτόν, αλλά δεν είναι τόσο απλό. Όλα κόβονται μωρό μου, αλλά εσύ, δηλαδή αυτός τώρα πια δύσκολα.
Σκότωσε πάλι τα όνειρα μου και τα βάφτισε εφιάλτες. Και εγώ απλός, ξαφνιασμένος θεατής αυτού του εγκλήματος με υπόσταση, απέμεινα να ψάχνω σε παιδικά ονόματα τα μακάρι και τα ας ήταν μου. Ευχές και κραυγές έγιναν ένα σε αυτή την ανεμοθύελλα για την αναζήτηση της ταυτότητας μου. 
Δεν ακούω καν τους λυγμούς μου, τους πνίγω γιατί δεν θέλω να σε φωνάξουν πίσω. Πόσο να ήξερε (ς) ότι με τρομάζουν όλα, ότι με ταράζουν όλα, ότι ο χώρος δεν υφίσταται πια. 
Δεν χωράει η καρδιά μου φυλακισμένη σ ένα δωμάτιο και εσύ ο φιλοξενούμενος της, δεν χωράς για να κλειστείς πουθενά. 
Δεν αρκούν τα υπόλοιπα, η αγάπη είναι και θέμα χώρου τώρα; 
Ο ήλιος δεν λέει να βασανίσει την νύχτα, δεν λέει να σπάσει το πέπλο του σκοταδιού της και εγώ εκεί! Να σε ψάχνω σε κάθε κίνηση που ταράζει αυτό το ύποπτο ξημέρωμα. 
Οι δείκτες στο ρολόι στον τοίχο απέναντι, ξέρεις εκεί που σε ενοχλούσε να κοιτάς (δεν άντεξα το γ ενικό. Μου θύμιζε την απόσταση μεταξύ μας.) μοιάζουν να αργοπεθαίνουν.
Πες μου έναν καλό λόγο να μην τους ακολουθήσω. Έναν και μετά θα γυρίσω στην παρακμή μου. Κατάλαβέ το…(μεσολαβεί σιωπή, εικόνα, "συνάντηση", σιωπή)
 Εντάξει πείστηκα καρδούλα μου. Δηλητηριάστηκαν μέσα σου όλα τα ψέματα. Ή έτσι θα ήθελα να σκέφτομαι. 01:09 με την βόλτα σου μου απέδειξες πως το τακ τακ που ακούω δεν είναι του ρολογιού, αλλά της καρδιάς σου. Τώρα, κοιμήσου και αύριο ο έρωτας μας θα δουλέψει ξανά από την αρχή, σαν καλοκουρδισμένο παιχνίδι, ένα επικίνδυνο παιχνίδι που μετράει ώρες, ώρες μου, ώρες σου.

είμαι αυτό που δεν είναι για μένα.

Είμαι ένα ανέκδοτο, ένα αστείο που ξεγλιστρά πίσω από τις λέξεις σου, ένα φεγγάρι που τρεμοπαίζει στα μάτια σου.
Είμαι η μάσκα που σφαλίζει το πρόσωπο σου, ένας ήλιος που κρύφτηκε στα χείλη σου, μία μουσική που έπαιξε σε στιγμές σου.
Είμαι μία αδάμαστη καρδιά που εσύ δαμάζεις, περιπαίζεις. 
Είμαι δίχως συνείδηση, μία θυσία που αγνοώ γιατί με διέπραξαν, που αγνοώ γιατί μέσα στην δική σου αδιαφορία υπάρχω ακόμη.
Είμαι ένα αδιέξοδο ή έχω μπλέξει άσχημα σ ένα τέτοιο. 
Είμαι μία ανόητη που πιστεύω στα βλέμματα σου, είμαι μία ανόητη που πείθομαι στα τόσα ψέματα σου, είμαι μία ανόητη που περιμένω τα μάτια σου να με συναντήσουν.
Είμαι χαμένη σε μία βόλτα σου που πάντα την κρεμάς, σε μία παρτίδα σκάκι σου που γεύεσαι την ήττα, στα άσπρα πούλια σου.
Είμαι κρεμασμένη στην θηλιά της φυγής σου, είμαι ακρωτηριασμένη στον εμφύλιο σου, τον οποίο ξέχασες, είμαι νεκρή στην αγκαλιά σου. 


Να περιμένω στην στάση του λεωφορείου μία απάντηση σου; Θα μπορούσα; Να ακούσω μόνη μου όσα θέλουν να μου γράψουν τα μάτια σου. Σε εκλιπαρώ. Δεν θα έχω Ανάσταση εγώ για σένα.


Γράμματα ενοχής. νο1

"Μισή σελίδα ενοχές, για μια ζωή συγγνώμη.."



 εγώ      «Αν είσαι για άλλα πράγματα, τότε τι περιμένεις; ΞΑΝΑΦΥΓΕ. Ξέρεις πως σου γράφω, πάντα σου έγραφα. Τα βράδια αφότου με άγγιζες, άλλα βράδια που έμενα μισή, τα πρωινά που με καλημέριζες, ,άλλα πρωινά που πίστευα πως όλα θα αλλάξουν χρώμα, θα βάψουν το μαύρο σου κυανό και θα μπερδευτείς, για να χαθείς στα μάτια μου. Δεν στο είπα ποτέ, μάλλον θα το φοβόσουν. Παράτα τα εγώ και τα εσύ μας. Πλέον δεν υπάρχει μας.»


 εσύ     «ήξερα ότι γράφεις. άφησέ με να σου πω, ίσως για μία από τις τελευταίες φορές, πως ήσουν όμορφη σήμερα. όμορφη πάντα. και δεν θέλω να ξέρω τίποτα άλλο για σένα. ένιωθα να κυλάω στο αίμα σου, καθώς γέλαγες, καθώς μίλαγες, καθώς....περιττό αυτό που κάνω. ένιωθα να είμαι μέσα σου με οποιοδήποτε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο. και εσύ εκεί. να αρνείσαι ότι καμία άλλη δεν θα είχε την δύναμη να με κάνει να αισθανθώ. εκεί τελειώνει το μας μου.»


εγώ    «Καμία άλλη; Και τότε πως δέχεσαι να σου πουλάνε τον έρωτα; Και ποιος είσαι εσύ που είσαι για άλλα;  Όμορφη; Ειρωνεία, μωρό μου, ξεκόλλα. Θέλεις να ακούσεις πως έλαμπε ο ήλιος πάνω σου ακόμη και αν ήταν νύχτα; Είχε ξαπλώσει από το πρωί και σου πήγαινε. Και τα μάτια σου έλαμπαν, δύο φλογερές κινούμενες βάτοι, σιγόκαιαν στα βλέφαρα σου. Δεν είχες λέξεις για μένα. Παίζαμε τους δύο ξένους. Ζούσες δίπλα μου και προσποιούμουν πως ζούσες μακριά μου. Από σένα και για σένα, έμαθα να προσποιούμαι, μην το ξεχνάς. Της καληνύχτας τα φιλιά να έχεις.»


εσύ    «πράγματι, μου πουλάνε έρωτα και μέσα σε αυτό το αλλόκοτο, το αλλοτριωμένο, το μηδαμινό παραμύθι αυτού κλείνω τα μάτια μου και ταξιδεύω στο δικό ΣΟΥ κορμί. Και ξέρεις γιατί δέχομαι να ανταλλάσσω τον έρωτα; γιατί πια δεν μπορώ να σ έχω. άσε που χωρίς εσένα, δεν υπάρχει έρωτας. έλαμπες μέσα μου εσύ και τίποτα άλλο. στην πόλη μόνο καρκίνο εισέπνευσα και έπαιξα το παιχνίδι του φοιτητή, όπως εσύ καθημερινά. φταίω για τις λέξεις μας; άντε πάλι μας. προσποίηση...σαλάτα τα έχεις κάνει.. μόνο εγώ ξέρω να προσποιούμαι πως δεν σ αγαπώ, μόνο εγώ που ποτέ δεν το παραδέχτηκα.»


εγώ    «Ανοησίες. Πούλα τις αλλού, σε παρακαλώ. Άσε με να ανάψω μία ψεύτικη φωτιά για να φύγεις εσύ, το κρύο από την καρδιά μου. Βρίσκεις τον έρωτα εσύ, δεν σε φοβάμαι. Δεν θέλω άλλο γράμμα σου που να με κατηγορεί, που να με γεμίζει ενοχή για όσα φταις ή φταίω. Θέλω μόνο να ξέρω πως δεν πρόκειται να μάθεις να αγαπάς, πολύ απλά γιατί την αγάπη ούτε στα σχολεία δεν την διδάσκουν. Δεν θέλω άλλο γράμμα σου, πλασμένο και απατηλό. Να σου πω αντίο;»


 εσύ   «Φταίμε. Δεν θα έχεις. Θα είμαστε δύο ξένοι. Αντίο.»


εγώ   «Αντίο.»



εσύ 

εγώ

εσύ

….

turn the page

ακροβατώ σε ένα αόρατο σκοινί. ο χρόνος δραπέτης. ο τόπος φλογερός. τα πρόσωπα ένα μηδέν, μία αρχή που τερμάτισε. θολή μου πίστη, τυφλή μου ματιά.
να είχα κάπου να χαθώ, σε κάτι να αφεθώ, κάπου να ξεχαστώ.
θλίβομαι στην απεραντοσύνη των λέξεων, στην ένταση των ουρλιαχτών, στην γιορτή των θρήνων, σημαδεύω εμένα. ο χρόνος νεκρός, ο τόπος προδότης, τα πρόσωπα θαμπά. μοναξιά μου όλα.
σκύβω κοντά σε έναν γκρεμό, με φλερτάρει ο ίλιγγος. ο χρόνος ένα περίεργο πρωί. ο τόπος μία απόκρημνη φυλακή που στο τέλος της χαρίζει ελευθερία. τα πρόσωπα συγχωρέθηκαν, λησμονήθηκαν.
παρακολουθώ έναν φόνο, στο αίμα καθρεπτίζονται τα χέρια μου, τα όπλα με απεχθάνονται, ο δολοφόνος μου κρύβεται. ο χρόνος χάρος. ο τόπος δρεπάνι. τα πρόσωπα χτυπημένα και βουβά.
ερωτεύομαι ένα λάθος με πρόσωπο, νοιάζομαι για ένα φάντασμα που μένει μισό,ένα αμάρτημα που ξέφυγε του Ιησού. ο χρόνος επαναστάτης. ο τόπος ειδυλλιακός και κόκκινος. τα πρόσωπα σκληρά και όμορφα και αυτός εκεί, να σκοτώνει τα μάτια μου.
κλέβω τον έρωτα του στο αμάξι του, το άγγιγμα δεν αρκεί, η λαγνεία εξαγνίζεται, η ηδονή κατακερματίζεται, όλα μένουν μισά ενώ εγώ είμαι για μοναδική φορά ολοκληρωμένη, αλληλοστέλνουμε ο ένας τον άλλον σε έναν παράδεισο που ποτέ δεν φτιάχτηκε, που μεταξύ μας δεν τον ήθελα όταν είμαι δίπλα του, όταν είναι δίπλα μου, μέσα μου, μαζί μου. ο χρόνος μία βραδιά  έρωτα. ο τόπος ένα μέρος έρωτα. τα πρόσωπα του έρωτα. τα φεγγάρια του έρωτα.
πεθαίνω, αφήνω μία πνοή και οι γαλάζιοι καθρέφτες της ψυχής μου ραγίζουν, πίσω μου σιγοπαίζει το requiem for a dream. ο χρόνος όνειρο. ο τόπος εφιάλτης. πώς να υπάρξουν πρόσωπα σε αυτή την παρωδία;


το ταξίδι (σου).

"όλοι είσαι 'συ που έφυγες..."

Ουρλιάζει ο άνεμος και διαλύει τα φτερά που κάποτε είχα.
Καταιγίδα πλήττει το ταξίδι μου.
Ραγίζει και μοιράζεται και χτυπά η βροχή στο τζάμι μου.
Ραγίζεις και μοιράζεσαι και χτυπάς εσύ μες στην ψυχή μου.
Ομίχλη που θολώνει το μυαλό μου. Το αντίο σου δεν αρκεί. Ακανόνιστο, ασαφές γεγονός.
Έπειτα λέει, η κακοκαιρία στερεί τις λέξεις σου. Και πότε φτιάχτηκες από δαύτες; Και πότε έφτιαξες δικές σου;
Λάθος η φωνή, λάθος και ο τόνος μου. Ποτέ.
Οδήγησε με σε ένα στεγνό μονοπάτι, πάρε με από την βίαιη γέννηση και τον άγριο θάνατο της βροχής, κλείστη στην χούφτα σου και...σώσε με.
Όνειρα, όνειρα, όνειρα.
Αφού ξέρω , ξέρω πως ταξιδεύω και ταξιδεύεις και νιώθω πως ξεφεύγω και εσύ απλά κοντεύεις.
Φορτισμένη, ελλειπής ατμόσφαιρα.
Ωστόσο, ο χρόνος δεν με κυνηγά πια, με έπιασε. Με τσάκωσε, θα μπορούσα να πω, στα όρια του έρωτά σου.
Δίχως όρια, ελαφραίνεις εσύ και βαραίνω εγώ.



Βλέπω μπροστά μου το ψέμα που έκανες διαδρομή. Λιώνει η άσφαλτος της εθνικής οδού από τα λάστιχά σου. Αγκομαχά η παλιά σου εξάτμιση. Το καντράν σου αγγίζει τα 180 χιλιόμετρα, όπως με άγγιζες εσύ στην θέση του συνοδηγού μελαγχολικά βράδια. Πανηγύρι από σύννεφα καθρεφτίζεται στο ξεβαμμένο κόκκινο χρώμα που έχει το καπό του αγαπημένου αυτοκινήτου σου.  Τουλάχιστον εσύ γλίτωσες την καταιγίδα. Όλα μυρίζουν εσένα που τόσο δεν κατάφερα να εξηγήσω το άρωμά σου. Μοιάζουν όλα έτοιμα να χαθούν όπως εσύ, λες και δεν ήσουν τίποτα, λες και δεν ήσουν κανείς.
όμορφο το σκεπτικό σου βλέμμα. Πάλι καλύπτεις τα όμορφα καστανά σου μάτια που τόσο αγάπησα. Κοιτάς γύρω σου, σαν να μην σε ξέρω. Είσαι ίδιος με όλα όσα ήξερα και όμως...
Βάζεις φωτιά στην καρδιά μου με το ταξίδι σου και η βροχή μου δεν είναι αρκετή για να με σβήσει.
ενώ εγώ..εκτίω την ποινή μου. φυλακισμένη, σε αναζητώ στο τζάμι μου.. πουθενά εσύ και εσύ παντού.
βαρέθηκα να επαναλαμβάνομαι.
απομακρύνεσαι, (τυχαία) απομακρύνομαι.
 Μιας που είναι Πρωταπριλιά, εύχομαι να μπορούσες να μου ψιθυρίσεις, όπως τότε στις ερημωμένες παραλίες, πως όλα είναι μία φάρσα. Πως μου κάνεις πλάκα ότι πρέπει να φύγεις....