Nach dir kommt nichts.

Πές μου ότι οι νύχτες σου ήταν ψέματα. 
Πές μου ότι οι μέρες σου ήταν απάτες. 
Αρνήσου με ξανά. 
Μετά από σένα, όντως. Και το χειρότερο είναι ότι δεν βρίσκεις τίποτα μέσα στο τίποτα. Παρά μόνο περισσότερη αφάνεια. 
Κρύβεσαι ή δεν υπάρχεις; Χάθηκες, αυτό είναι το μοναδικό που με άφησες να ξέρω. Και πήρες τα πάντα σου αγκαλιά. Τί άφησες; Ότι βλέπεις πως έμεινε. Σελίδες, εμένα μισή και τον κατεστραμμένο εαυτό σου. Είπα την λέξη αφάνεια; Σωστά, εσύ δεν ξέρεις από αυτά. 
Μόνο αν μπορείς, έστω για τελευταία φορά, θέλω να σε ρωτήσω να μου εξηγήσεις...Πώς μετά το σκοτάδι σου, υπάρχουν ακόμη πράγματα; 
Τώρα βλέπω καθαρά. Σε θέλω. Αδυνατείς να διαβάσεις τα χείλη μου. Αρπάζω τους ήχους γύρω σου και τώρα ακούς. Μόνο η καρδιά μου με προδίδει. Την διαβάζεις. Το νιώθω, με θέλεις. Θέλεις το άρωμα και την φωνή μου, θέλω τα μάτια και το χαμόγελό σου. Οι ανταλλαγές δεν με συμφέρουν. Θέλω να μπορείς μόνο για μένα να (ξανά)χαθείς.
Μόνο γιατί πες μου. Σου ζήτησα πολλ....περισσότερα από όσα είχες..(έκπληξη: μου τα έδωσες.) Έφυγες και ξαναγύρισες με περισσότερα. Αδύνατον σου είχα ψιθυρίσει. Έκλεψες κάθε ιδέα μου για τον παράδεισο και με έχωσες στην δική σου κόλαση. 
Και τώρα που βλέπω καθαρά, μόνο τα κουφάρια μας αντικρίζω, δυο κουφάρια που έμειναν μισά, ανολοκλήρωτα, κενά. 
Υπάρχει χρόνος στο τίποτα; Αν ναι, τότε παρακαλώ να γυρίσει αντίστροφα. Για κανέναν άλλο λόγο παρά για να σε ξαναδώ (πρώτη και) τελευταία φορά. Να προλάβω να σε ξαναγαπήσω γιατί στο τίποτα που ακολουθεί εσένα, όλα είναι δυσχερή και μόνα τους. Μαζί και εγώ. Βυθισμένη στον πυθμένα του σκότους που έφερε ο έρωτας σου πίσω του. Τρέμοντας, ψάχνω να βρω να πετάξω την άγκυρα μου στον βυθό σου ξανά. Φάσκω και αντιφάσκω. Θυμάμαι και ξεχνώ. 
Χρειάζομαι το πρόσωπό σου. Όλα είναι θολά, όλα είναι αχανή, μα ανάμεσά τους ξαναβλέπω τι αγάπησα πάνω σου. Με δυσκόλεψε ο καπνός και ο φωτισμός. Πόσο χαμηλά μπορείς να ρίξεις τον εαυτό σου; Πόσο πιο πολύ; Για πόσο θα νομίζεις ότι το οινόπνευμα με καθαρίζει και η νικοτίνη με ξεπερνά; Δεν υπάρχει τίποτα πιο δυνατό από εμάς, μην κάνεις πως δεν το ξέρεις. Παρασυρμένος χάνεσαι στην μέθη, στην λήθη, στην λαγνεία. Στα χέρια γυναικών που ξέχασαν πως είναι γυναίκες, στα χέρια μισθοδοτημένου έρωτα και αναιρείς την δική μου αγκαλιά. Το ταξίδι σου τελειώνει το ξημέρωμα. Ξέρω, ξέρεις, ξέρει, ξέρουμε, ξέρετε, ξέρουν πως μόνο εγώ ήμουν και είμαι και θα είμαι στο έρημο μυαλό σου. Οδηγείς σιωπηλά, μετανιώνεις μα δεν προσεύχεσαι. Δεν αποζητάς να εξαγνιστείς.
Με ρωτάς μόνο τι έκανα εγώ όλο το βράδυ σου. Όχι γιατί θέλεις να μάθεις, μα γιατί θέλεις να βεβαιωθείς. Τίποτα. Σε αυτό δεν με οδηγείς; Αν εσύ με τραβάς, τότε πού είναι η αντίστασή μου; Δεν το ξέρεις (λογικό, μεταξύ μας). Έχουν περάσει ώρες και ώρες και πάλι σε σκέφτομαι.
Οδύνη. 
Πώς ξεριζώνεσαι;
Να το πάλι. Γιατί το κάνεις αυτό; Κέρδισες τίποτα από τις βόλτες σου κάτω από το σπίτι και το βλέμμα μου; Και όμως το κάνεις. 
Ανίδεε. Ανάξιε. Άχρηστε. Απάνθρωπε. Ανόητε. Άσχετε.
Αγάπη μου.
Απλά γύρνα και πες μου πως το ταξίδι σου αναβλήθηκε, πως τα καράβια βούλιαξαν, πως το λιμάνι έκλεισε, πως οι ναύτες ξεκληρίστηκαν και πως εσύ θα μείνεις εδώ, έστω και αν εκεί θα έχτιζες μέλλον. Μα το μέλλον σου είμαστε εμείς. Και το παρελθόν σου παράλληλα. 
Το τίποτα σου νιώθω να με εγκαταλείπει. Η παμπ σου να με ξεπερνά (είδες πού υπάρχει κάτι;) Το Nissan σου να με παραλύει και το βλέμμα σου να με χτυπά. Με χτίζεις από την αρχή, αν και δεν βλέπω μέσα σου καμία προθυμία. 
Δεν μου κάνει η νωθρότητά σου και την εμπιστεύομαι πάλι από την αρχή. Ανήκουστο. 
Πού είναι τώρα το τίποτα; Εγώ βλέπω κάτι. Συντρίμμια. Και αυτό κάτι δεν είναι;
Έλα κοντά μου και ψιθύρισέ μου πως και αυτό είναι κάτι. 
Πες μου πως έχουμε και είμαστε κάτι. 
Ο άνεμος σε παίρνει τώρα μακριά μου, σε φέρνει κοντά μου, σε κάνει σκόνη και σε σκορπά. Με αυτήν με λούζει. 
Τώρα σ έχω. Τώρα είσαι εδώ, τώρα με αγκαλιάζεις, μου χαρίζεις όσα είσαι και είσαι όλα όσα είμαι και είμαστε ένα. 
Τώρα δεν σ έχω. Τώρα ξεχνιέσαι, τώρα δεν με μετράς, τώρα με μηδενίζεις, τώρα με υποτιμάς και μου ξεφεύγεις. 
Τίποτα. + και - . Θετικό και αρνητικό. 1 και -1. Ούτε εγώ ξέρω μαθηματικά, δεν θα σε κόπιαζα. Σκέψου το πιο απλό. 1 άνθρωπος και 1 άνθρωπος. Βγάζω έναν άνθρωπο και έναν άνθρωπο. Τι μένει; Τίποτα. 
Για εκεί πορεύομαι και εσύ μου λες αντίο. 
Πώς μπορείς;
Δεν μου κάνει το σκυθρωπό σου πρόσωπο, οι φλέβες στα χέρια σου, η εξάντληση που ξεκινά από την καρδιά και θερίζει το κορμί σου (ναι είμαι άπληστη) μου κάνει το ότι δέχεσαι ότι φεύγω, με αφήνεις να αφεθώ και όλο μένω πίσω και όλο αφήνομαι και κουνάς το χέρι σου σαν σε ελιγμός. Στριγγλίζω μα δεν ακούς, θρηνώ μα δεν βλέπεις. 
Είμαι στο τίποτα. Είμαι το τίποτα.  Μετά από σένα τίποτα.  
Σιγά σιγά διαλύομαι. Στο αιώνιο παραμιλητό που βυθίστηκα μόνο εσένα ζητώ, μόνο εσύ με νοιάζεις, μόνο για σένα κλαίω, για σένα αισθάνομαι, για εσένα η τίποτα ύπαρξη μου πού και πού θυμάται πως υπάρχει ακόμη. 
Όταν δεν θα έχω πια λέξεις, θα έχω ξεχαστεί, όταν δεν θα μπορώ να σε θυμάμαι, θα έχω χαθεί, εσύ και εγ   ώ…Να, ώρα τραυλίζω, τώρα είμαι δυσλεκτική, τι έλεγα, ποια είμαι; 
Ρούφηξες την ψυχή μου και έπρεπε. Στο άσπρο μου κελί, στο αιώνιο τίποτα δ           ε                                     ν