"όλοι είσαι 'συ που έφυγες..."
Ουρλιάζει ο άνεμος και διαλύει τα φτερά που κάποτε είχα.
Καταιγίδα πλήττει το ταξίδι μου.
Ραγίζει και μοιράζεται και χτυπά η βροχή στο τζάμι μου.
Ραγίζεις και μοιράζεσαι και χτυπάς εσύ μες στην ψυχή μου.
Ομίχλη που θολώνει το μυαλό μου. Το αντίο σου δεν αρκεί. Ακανόνιστο, ασαφές γεγονός.
Έπειτα λέει, η κακοκαιρία στερεί τις λέξεις σου. Και πότε φτιάχτηκες από δαύτες; Και πότε έφτιαξες δικές σου;
Λάθος η φωνή, λάθος και ο τόνος μου. Ποτέ.
Οδήγησε με σε ένα στεγνό μονοπάτι, πάρε με από την βίαιη γέννηση και τον άγριο θάνατο της βροχής, κλείστη στην χούφτα σου και...σώσε με.
Όνειρα, όνειρα, όνειρα.
Αφού ξέρω , ξέρω πως ταξιδεύω και ταξιδεύεις και νιώθω πως ξεφεύγω και εσύ απλά κοντεύεις.
Φορτισμένη, ελλειπής ατμόσφαιρα.
Ωστόσο, ο χρόνος δεν με κυνηγά πια, με έπιασε. Με τσάκωσε, θα μπορούσα να πω, στα όρια του έρωτά σου.
Δίχως όρια, ελαφραίνεις εσύ και βαραίνω εγώ.
Βλέπω μπροστά μου το ψέμα που έκανες διαδρομή. Λιώνει η άσφαλτος της εθνικής οδού από τα λάστιχά σου. Αγκομαχά η παλιά σου εξάτμιση. Το καντράν σου αγγίζει τα 180 χιλιόμετρα, όπως με άγγιζες εσύ στην θέση του συνοδηγού μελαγχολικά βράδια. Πανηγύρι από σύννεφα καθρεφτίζεται στο ξεβαμμένο κόκκινο χρώμα που έχει το καπό του αγαπημένου αυτοκινήτου σου. Τουλάχιστον εσύ γλίτωσες την καταιγίδα. Όλα μυρίζουν εσένα που τόσο δεν κατάφερα να εξηγήσω το άρωμά σου. Μοιάζουν όλα έτοιμα να χαθούν όπως εσύ, λες και δεν ήσουν τίποτα, λες και δεν ήσουν κανείς.
όμορφο το σκεπτικό σου βλέμμα. Πάλι καλύπτεις τα όμορφα καστανά σου μάτια που τόσο αγάπησα. Κοιτάς γύρω σου, σαν να μην σε ξέρω. Είσαι ίδιος με όλα όσα ήξερα και όμως...
Βάζεις φωτιά στην καρδιά μου με το ταξίδι σου και η βροχή μου δεν είναι αρκετή για να με σβήσει.
ενώ εγώ..εκτίω την ποινή μου. φυλακισμένη, σε αναζητώ στο τζάμι μου.. πουθενά εσύ και εσύ παντού.
βαρέθηκα να επαναλαμβάνομαι.
απομακρύνεσαι, (τυχαία) απομακρύνομαι.
Μιας που είναι Πρωταπριλιά, εύχομαι να μπορούσες να μου ψιθυρίσεις, όπως τότε στις ερημωμένες παραλίες, πως όλα είναι μία φάρσα. Πως μου κάνεις πλάκα ότι πρέπει να φύγεις....
Ουρλιάζει ο άνεμος και διαλύει τα φτερά που κάποτε είχα.
Καταιγίδα πλήττει το ταξίδι μου.
Ραγίζει και μοιράζεται και χτυπά η βροχή στο τζάμι μου.
Ραγίζεις και μοιράζεσαι και χτυπάς εσύ μες στην ψυχή μου.
Ομίχλη που θολώνει το μυαλό μου. Το αντίο σου δεν αρκεί. Ακανόνιστο, ασαφές γεγονός.
Έπειτα λέει, η κακοκαιρία στερεί τις λέξεις σου. Και πότε φτιάχτηκες από δαύτες; Και πότε έφτιαξες δικές σου;
Λάθος η φωνή, λάθος και ο τόνος μου. Ποτέ.
Οδήγησε με σε ένα στεγνό μονοπάτι, πάρε με από την βίαιη γέννηση και τον άγριο θάνατο της βροχής, κλείστη στην χούφτα σου και...σώσε με.
Όνειρα, όνειρα, όνειρα.
Αφού ξέρω , ξέρω πως ταξιδεύω και ταξιδεύεις και νιώθω πως ξεφεύγω και εσύ απλά κοντεύεις.
Φορτισμένη, ελλειπής ατμόσφαιρα.
Ωστόσο, ο χρόνος δεν με κυνηγά πια, με έπιασε. Με τσάκωσε, θα μπορούσα να πω, στα όρια του έρωτά σου.
Δίχως όρια, ελαφραίνεις εσύ και βαραίνω εγώ.
Βλέπω μπροστά μου το ψέμα που έκανες διαδρομή. Λιώνει η άσφαλτος της εθνικής οδού από τα λάστιχά σου. Αγκομαχά η παλιά σου εξάτμιση. Το καντράν σου αγγίζει τα 180 χιλιόμετρα, όπως με άγγιζες εσύ στην θέση του συνοδηγού μελαγχολικά βράδια. Πανηγύρι από σύννεφα καθρεφτίζεται στο ξεβαμμένο κόκκινο χρώμα που έχει το καπό του αγαπημένου αυτοκινήτου σου. Τουλάχιστον εσύ γλίτωσες την καταιγίδα. Όλα μυρίζουν εσένα που τόσο δεν κατάφερα να εξηγήσω το άρωμά σου. Μοιάζουν όλα έτοιμα να χαθούν όπως εσύ, λες και δεν ήσουν τίποτα, λες και δεν ήσουν κανείς.
όμορφο το σκεπτικό σου βλέμμα. Πάλι καλύπτεις τα όμορφα καστανά σου μάτια που τόσο αγάπησα. Κοιτάς γύρω σου, σαν να μην σε ξέρω. Είσαι ίδιος με όλα όσα ήξερα και όμως...
Βάζεις φωτιά στην καρδιά μου με το ταξίδι σου και η βροχή μου δεν είναι αρκετή για να με σβήσει.
ενώ εγώ..εκτίω την ποινή μου. φυλακισμένη, σε αναζητώ στο τζάμι μου.. πουθενά εσύ και εσύ παντού.
βαρέθηκα να επαναλαμβάνομαι.
απομακρύνεσαι, (τυχαία) απομακρύνομαι.
Μιας που είναι Πρωταπριλιά, εύχομαι να μπορούσες να μου ψιθυρίσεις, όπως τότε στις ερημωμένες παραλίες, πως όλα είναι μία φάρσα. Πως μου κάνεις πλάκα ότι πρέπει να φύγεις....
Διαβάζοντάς Σε, θέλησα να σου αφήσω εδώ το δικό μου στίγμα:
ΑπάντησηΔιαγραφήΦΩΤΙΑ και ΛΑΣΠΗ
Σώσε με -!-
γιατί
δεν έχω να σωθώ
Θόλωσαν οι στιγμές
στα πατώματα
των εγκλημάτων
εκεί
που οι πόρνες της ψυχής
αυτές
οι αγίες πόρνες
των χρυσών ταμάτων
χόρεψαν
πάνω στα κόκκαλα
των δαιμονισμένων πιστών τους
αυτών
με τα αιμορραγούντα μάτια
-διέξοδο-
αφού
οι φλέβες τους πληρώθηκαν
με χώμα μυρίων δακρύων
μυρίων
καθόδου
ημερών
Σώσε με -!-
μ' ακούς -;-
επουράνιο θύμα
δημιουργέ αιώνιων πληγών
γιατί
δεν έχω να σωθώ
σ' έναν άγνωστο πόλεμο
καμμένων θνητών
αφού
ορκίστηκαν οι τρελοί
στο βωμό των αισθημάτων
Τρελοί
τρελός
εγώ
Το στίγμα σου έχει κάτι που μαγεύει. Αν μπορώ να μας συγκρίνω, τότε είσαι τάξεις καλύτερος..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι όμως, γράφεις με συναίσθημα πολύ! Και γράφεις όμορφα! Και μ' αγγίζει η γραφή Σου πολύ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ και ανταποδίδω...
ΑπάντησηΔιαγραφή