Δίχως παπούτσια περπατώ στην λεωφόρο του πόνου την οποία έστρωσες, στην λεωφόρο της αγωνίας μου, σε αυτήν που σε κάθε δρασκελιά σκίζω τα πόδια μου. Κάθε βήμα πάνω της με σκοτώνει όλο και πιο πολύ..Μέχρι που μπορεί να φτάσει ο θάνατος μου; Χλωμή, άσπρη σαν το πανί, εξουθενωμένη κινούμαι αργά, μα συνάμα γρήγορα. Έχω χάσει πια την ταχύτητα. Ούτε την γνωρίζω, μα ούτε την νιώθω. Τίποτα δεν απέμεινε από μένα σαν παιδί. Και πόσο αποζητώ το παιδί μέσα σου.
Ομίχλη κάτω μου, πάνω μου, γύρω μου.
Μες στην καταχνιά, ψάχνω τις λέξεις μου, χάνω τις λέξεις μου. Δεν βρίσκω πια λέξεις στο άσπρο της ψυχής μου.
Το μαρτύριο κουρελιάζει τα ρούχα μου, ματώνει το πρόσωπο μου. μία σκιά που έμεινε πίσω.
Ένα ξέσπασμα βροχής με ξεπλένει. Ξεπλένει το κόκκινο της μέρας, όσα έβαψε το σκίρτημα της καρδιάς μου, όσα δεν άντεξε ένας ορίζοντας που έπεσε καταγής, ο δικός μου ορίζοντας.
Ο κόσμος άλλαξε απ΄όταν έφυγες, μεγάλωσε, μίκρυνε, θα σε γελάσω..
Το μόνο που μπορώ να σου πω με σιγουριά, είναι πως έγινε μία θαμπή φιγούρα στον καθρέφτη μου.
Ό,τι άντεξε είναι εδώ, μελανιάζει εμένα. Κάνει ορατή την ατέλεια του μαύρου πάνω μου, του σκότους πάνω μου. Το φως έχει παραιτηθεί, μάτια μου, ο σφυγμός του αδυνάτισε πριν με αφήσεις. Μένει ακόμη πολύ σκοτάδι για την συνέχεια, στην οποία είμαι καταδικασμένη να παρευρεθώ.
Γονατιστή πια, θέλω να φέρω πάλι την ψυχή στην ψυχή μου, και ας μου πάρει χρόνο και ας μου πάρει εμένα, δεν νοιάζομαι για τίποτα από τα δύο. Έχουν αραιώσει και τα χρώματα. Και ξέρεις πόσο λάτρευα να χάνομαι στην ζάλη τους. Τώρα το μπλε είναι γκρι και το γκρι άσπρο και το ύφασμα που τα έφτιαξε δεν με καίει πια. Θέλω πολύ να έρθω κοντά σου ξανά, να σε αγγίξω, αλλά φοβάμαι πως θα ματώσω, φοβάμαι πως θα με ματώσω εγώ σε σένα, πως θα με τρομάξει το εγώ μου μέσα σου.
Τώρα καταλαβαίνω.
Αυτή η εφήμερη θάλασσα της λεωφόρου που βούτηξα, πάντα έτσι θα είναι. Θα την αγαπώ από συνήθεια που με κουρνιάζει πάνω της, μα δεν θα την καταλαβαίνω. Πάντα θα με μπερδεύει, θα με πληγώνει, θα με τρελαίνει, θα με οδηγεί στην τρέλα της σκέψης σου μα πάντα θα την αγαπώ γιατί πάνω σε αυτή σε είδα πρώτη φορά να περπατάς με τις βαριές γεμάτες χώμα μπότες σου.. Αυτό λοιπόν είναι το τίμημα της όψης σου;